"Adolescence": Ένα χαμηλότονο τηλεοπτικό κομψοτέχνημα
Σύνοψη: Η ήρεμη ζωή των Μίλερ, μιας συνηθισμένης βρετανικής, μεσοαστικής οικογένειας, διακόπτεται βίαια, όταν ένα πρωί η αστυνομία εισβάλλει στη μονοκατοικία τους, κάνοντάς τη φύλλο και φτερό. Αιτία το ένταλμα σύλληψης που διαθέτουν για τον 13χρονο γιο της οικογένειας, Τζέιμι, ο οποίος κατηγορείται πως δολοφόνησε με πολλαπλές μαχαιριές μια συμμαθήτριά του.
ΣΧΕΤΙΚΑ"Chouchou": Ρισκάρει με ένα "απαγορευμένο" θέμα, αλλά τελικά δικαιώνεται
Άποψη: Ερωτώμενος για το αλλόκοτο, το «άσχημο» και το Κακό που σχεδόν πάντα ελλόχευε στις ταινίες του, ο Ντέιβιντ – R.I.P. – Λιντς απαντούσε με μια αναφορά από την παιδική του ηλικία. Συγκεκριμένα, δήλωνε πως μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον ακριβώς ίδιο με αυτό που φαντάζονται οι περισσότεροι, όταν ακούν τη φράση «μεσοαστική Αμερική»: κομψά σπίτια, κατάφυτοι δρόμοι, μπλε ουρανοί, ξύλινοι φράχτες, πράσινο γρασίδι και κερασιές. Οι τελευταίες, ωστόσο, έκκριναν ένα πηχτό υγρό, που προσέλκυε μαύρα, κίτρινα και ορισμένα κόκκινα μυρμήγκια γύρω του. Κάπως έτσι, ο σκηνοθέτης ανακάλυψε πως, εάν κάποιος κοιτάξει λίγο πιο προσεκτικά αυτόν τον όμορφο κόσμο, θα βρει πάντα από κάτω κόκκινα μυρμήγκια.
Αυτό ακριβώς το υπόστρωμα είναι που προσπαθεί να αναδείξει και το Adolescence: όλη τη βία και τον ψυχικό κοχλασμό που κρύβεται κάτω από την γυαλισμένη επιφάνεια των «καλών σχολείων», με τα updated εποπτικά μέσα και την φωτογενή πολυπολιτισμικότητα διδασκόντων και διδασκομένων, αλλά και των «καλών οικογενειών», με τους σκληρά εργαζόμενους γονείς, που υποσχέθηκαν στους εαυτούς τους να σπάσουν το μοτίβο των φυσικοποιημένων σωματικών τιμωριών που δέχονταν οι ίδιοι, και να μην «σηκώσουν ποτέ χέρι» στα δικά τους παιδιά.

Η σειρά δεν κουνάει στιγμή το δάχτυλο προς καμία κατεύθυνση ούτε αποστρέφει το βλέμμα από τη φρίκη. Αντιθέτως, προσπαθεί να κατανοήσει το «τι» και το «πώς» του συμβάντος, ταυτίζοντας διαδοχικά τη ματιά της με τα pov όλων των άμεσα εμπλεκομένων: των αστυνομικών της υπόθεσης, της κλινικής ψυχολόγου, των ίδιων των γονέων του «θύτη».
Η ιχνηλάτηση των στρωμένων με καλές προθέσεις «δρόμων προς την κόλαση» οπωσδήποτε δεν είναι κάποια άγνωστη θεματική για το σινεμά ή την τηλεόραση, το ίδιο και η αφηγηματική δομή της μορφής «προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω ένα αίνιγμα εναλλάσσοντας οπτικές γωνίες».
Το Adolescence, ωστόσο, καταθέτει μια αριστουργηματική μες στην απλότητά της προσέγγιση του θέματος, που ξετυλίγει ένα πυκνό και πολυεπίπεδο σενάριο μέσα από τη φόρμα του – αδιάκοπου επί 4 ώρες – μονοπλάνου.
Ο Στίβεν Γκρέιαμ (δημιουργός και πρωταγωνιστής του show, στο ρόλο του πατέρα του Τζέιμι) επανενώνεται μετά το Boiling Point με τον σπεσιαλίστα του one shot, Φίλιπ Μπαραντίνι, αλλά αυτή τη φορά το μονοπλάνο τους δεν προσπαθεί να υποβάλει το στρες και την ταχυπαλμία ενός ασφυκτικού μικρόκοσμου.

Όχι πως δεν υπάρχουν πνιγηρές στιγμές στα 4 επεισόδια της μίνι σειράς, κάθε άλλο. Η στόχευση, ωστόσο, μοιάζει διαφορετική: η κάμερα ακολουθεί κατά πόδας σε πραγματικό χρόνο ενήλικες που προσπαθούν να πλοηγηθούν στο αχαρτογράφητο σύμπαν της online εφηβικής κουλτούρας, ενώ παράλληλα αναθεωρούν πολλές παραδοχές τους (για τα παιδιά τους, αλλά και τους ίδιους) και προσπαθούν να διαχειριστούν τα συναισθήματα που τους γεννά αυτός ο καταιγισμός καινούργιας πληροφορίας.
Όπως το μονοπλάνο του Adolescence, έτσι κι η γονεϊκότητα είναι σαρωτικά αδιάκοπη. Δεν υπάρχουν βολικές «δεύτερες λήψεις» για να επεξεργαστείς τα τεκταινόμενα ούτε επεξηγηματικά μοντάζ πλάνων, για να σου υποδείξουν τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των παιδικών υπνοδωματίων, δίνοντάς σου έτοιμες τις σχέσεις αιτίου – αιτιατού.
Τα πάντα είναι μέρος μιας συνεχούς, πολυδιασπασμένης ροής και συμβαίνουν ταυτόχρονα: οι εργασιακές υποχρεώσεις των γονέων και η παράλληλη ψηφιακή πραγματικότητα των παιδιών, ο εφησυχασμός (ή και η αδιαφορία) από τη μία πλευρά, και από την άλλη τα κακοποιητικά, κρυπτικά emojis, οι γυμνές φωτογραφίες ανηλίκων και η τοξική αρρενωπότητα των incels οπαδών του Andrew Tate.

Ο φακός του Μπαραντίνι τα παρατηρεί όλα αυτά χωρίς ανάσα, αντανακλώντας τη ροϊκότητα της πραγματικής ζωής, όπου μέσα στο ίδιο πρωινό μπορεί να συνυπάρξουν, με διαφορά λίγων λεπτών, το γοερό κλάμα και η ευγνωμοσύνη για τις μικρές ευτυχισμένες στιγμές που πάντα μπορεί να σου προσφέρει η ζωή – ακόμα και μέσα στον πιο βαθύ ζόφο.
Πατέρας και γιος (ο πρωτοεμφανιζόμενος Όουεν Κούπερ) είναι συγκλονιστικοί με έναν τρόπο αφοπλιστικά λιτό, προσφέροντας στο θεατή όψεις, σπαράγματα καλύτερα, μιας άβολης αλήθειας. Πώς θα μπορούσε, εξάλλου, μια σειρά που θεματοποιεί τον ίδιο τον κατακερματισμό της σύγχρονης (online και offline) ζωής να κλείνει με καθησυχαστικές, πασπαρτού απαντήσεις;
Ένα χαμηλότονο τηλεοπτικό κομψοτέχνημα.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων