Δύο Καπνισμένες Cannes: Black Swan

Δημοσίευση: 28 Ιαν. 2011, 04:31

BLACK SWAN: ΛΑΜΨΗ ΤΟΥ ΚΙΟΥΜΠΡΙΚ Ή ΤΟΥ ΦΩΣΚΟΛΟΥ;

O Aπόστολος Κίτσος και ο Θοδωρής Τσαπακίδης
είναι δύο πολύ καλοί φίλοι, αλλά και την ίδια στιγμή
δύο άσπονδοι κινηματογραφικοί εχθροί.
Κάτι σαν τον Batman και τον Joker, τον Πιστολά και τον Σερίφη
ή τελικά τον Δόκτορα Τζέκυλ και τον Μίστερ Χάιντ;
Αντικείμενα της διαμάχης τους, το Black Swan του Ντάρεν Αρονόφσκι.

Τζ: Είμαι περίεργος να μάθω τι σού άρεσε σ' αυτή την ταινία…

Χ: Σχεδόν τα πάντα, το θέμα είναι εσένα τι δεν σου άρεσε.

Τζ: Η απουσία γοητείας. Θα μπορούσα να τη δω ως μια σύγχρονη ηθογραφία του κόσμου του θεάματος, αλλά και σ' αυτό το επίπεδο έχω τις ενστάσεις μου, λόγω του φλύαρου σεναρίου που δείχνει αναποφάσιστο στο να επιλέξει μια γραμμή αφήγησης, έναν άξονα.

Χ: Εγώ είδα μια άριστη άσκηση ψυχολογικού θρίλερ με ξεκάθαρη γραμμή αφήγησης και εστιασμένο σε μια πρωταθλήτρια - επαγγελματία, μια γυναίκα που προσπαθεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις οικογένειας, επαγγελματικού περίγυρου, αλλά και τελικά στην μάχη που δίνει με τον εαυτό της για να ερμηνεύσει ένα ρόλο ουσιαστικά Τζέκιλ και Χάιντ (εντελώς ξένο προς την προσωπικότητά της ή μήπως όχι;) σε βαθμό που της γίνεται εμμονή. Δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα το γοητευτικό σε αυτό. Πρόκειται για μια άγρια μάχη μέσα της, με τον Αρονόφσκι να στηρίζει απίστευτα όλο αυτό: Με μια σκηνοθετική προσέγγιση-μέγγενη που σε αρπάζει με το καλημέρα από τον λαιμό, δεν σε αφήνει να ανασάνεις και σε τσακίζει στο τέλος.

Τζ: Εμένα γιατί να με τσακίσει είτε στην αρχή είτε στο τέλος; Η ταινία μου θύμισε λίγο το Opening night του Κασαβέτη, αλλά εκεί η ηρωίδα στοιχειώθηκε από ένα πραγματικό συμβάν, ένα θάνατο, που δεν μπορούσε να αλλάξει, μια τραγωδία δηλαδή. Και αρχίζει να βλέπει παραισθήσεις. Εδώ η ηρωίδα ζει ένα δράμα που θα μπορούσε να την οδηγήσει στη χειραφέτηση. Ωστόσο ο ναρκισσισμός, η εγωπάθεια, η μικρότητα διογκωμένα δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο και οδηγούν στην παράνοια. Τέτοια είναι και η ταινία: Ναρκισσιστική, μικρή, διογκωμένη, θεαματοποιεί τα παραπάνω μέχρι τη δικαίωσή τους μέσω της θυσίας που το σενάριο επιβάλλει στην ηρωίδα. Μήπως τελικά σε τσακίζει γιατί μέσα σου κάτι αντιδρά, κάτι πηγαίο, ανθρώπινο, που σου λέει «τι μαλακίες κάθομαι και βλέπω τόση ώρα»; Όμως όπως στις εκθέσεις σύγχρονης τέχνης πολύς κόσμος κάθεται και κοιτάει ακαταλαβίστικα ως και ανόητα έργα απλώς επειδή πρέπει να το κάνει για να «ανέβει» επίπεδο, έτσι και εδώ ο στερημένος πολιτιστικά νεόπλουτος που δεν σκαμπάζει από μπαλέτο - μπορεί και να το χλευάζει κατά βάθος- θα δει και θα χειροκροτήσει την ταινία, ισοφαρίζοντας την "ενοχή" του που δεν καταλαβαίνει.

Χ: Το Βlack Swan ειναι το εντελώς αντίθετο από έργο σύγχρονης τέχνης που δεν καταλαβαίνει ο απαίδευτος θεατής. Είναι ένα φιλμ εντελώς up to date, φτιαγμένο με απλούς και κατανοήσιμους κώδικες, αν θες ορισμένους και επίτηδες στερεότυπους για να το καταλάβει και ο φαν του Σβαρτσενέγκερ, το οποίο πραγματεύεται ένα τουλάχιστον επίκαιρο θέμα, τον επαγγελματικό ανταγωνισμό. Θα ήταν αφύσικο, ένας καλλιτέχνης να μην είναι ματαιόδοξος, νάρκισσος, εγωπαθής, ειδικά ένας χορευτής μπαλέτου, ειδικά ένας σταρ. Σε αντίθετη περίπτωση η ταινία θα ψευδόταν. Επιπλέον, είναι πολύ πιο εύκολο να διαχειριστείς ένα πραγματικό συμβάν, βοηθάει ο χρόνος. Είναι όμως απίστευτα δύσκολο να κοντρολάρεις μια κατάσταση στην οποία ουσιαστικά οφείλεις να μεταμορφωθείς σε κάτι από το οποίο είσαι ξεκάθαρα διαφορετικός. Και ο κορυφαίος σύγχρονος σκηνοθέτης είναι ασύλληπτα ταλαντούχος, ώστε με ιδεατή χρήση των φωτογραφικών κάδρων σε παλέτες άσπρου μαύρου (σαν τον Κύκνο δηλαδή) και την εφιαλτική παραμόρφωση του μουσικού θέματος του Τσαϊκόφσκι από τον Κλιντ Μάνσελ (που δρα πολύ ύπουλα μέσα σου όσο το έργο εξελίσσεται), αλλά και τα μυθικά πλέον πλαναρίσματά του, χτίζει έναν εφιάλτη που πολλά χρόνια είχα να δω και που τελικά αποθεώνει θριαμβευτικά μεν, εντελώς ειρωνικά δε, την χειραφέτηση της ηρωϊδας. Μια ταινία μισή λευκή, μισή μαύρη. Τουλάχιστον ευφυές….

Τζ: Δύο μεταφορές η μία δίπλα στην άλλη αναιρούνται, αυτή είναι μια απλή αρχή. Η ηρωίδα θα μεταμορφωθεί σε κύκνο (και δη μαύρο) οπότε θα πάμε σε ταινία τύπου "Η μύγα" ή θα συνυπάρχει με το διπλό της (το ξέκωλο εγώ) οπότε θα πάμε σε μια μορφή ψυχικής διαταραχής; Όμως και τα δύο στην ταινία μένουν απλές δηλώσεις. Το μπαλέτο είναι έργο συνόλου και σχέσεων, οι οποίες στην ταινία είναι ανύπαρκτες ή αποκλειστικά ανταγωνιστικές. Η σύγχυση της ταινίας είναι έκδηλη στην επιλογή της χρωματικής παλέτας που γεννά το ερώτημα γιατί δεν την έκανε ασπρόμαυρη; Πιο εξπρεσιονιστική και θριλερίστικη; Και εντέλει η τόση προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα συνεκτικό σύνολο από κολοβά υλικά οδηγεί σε ένα παραγέμισμα κύκνων σε κάθε μορφή, κύκνοι στην τούρτα, κύκνοι στα πλακάκια του μπάνιου, κύκνοι παντού, φέρνοντάς μου στον νου έναν ορισμό του κιτς: η υπερβολή του αυτονόητου. Καλύτερη ατάκα της ταινίας, αυτό που λέει ο πιανίστας του μπαλέτου στην ηρωίδα μετά από άπειρη πρόβα: I got a life you know. And I work hard. Tommorow is a diffucult day. Και φεύγει. Happy new year, συμπληρώνω.

Χ: Τόσο ξεκάθαρη μορφή ψυχικής διαταραχής, έχω να δω από την Λάμψη, πάντως. Όλο το τελευταίο -αριστουργηματικό- ημίωρο είναι ουσιαστικά στο μυαλό της πρωταγωνίστριας. Κατ'εμέ, μιλάμε για την επιτομή του ψυχολογικού θρίλερ, μια κατασκευή που πρέπει στο μέλλον να διδάσκεται. Μια ψυχική διαταραχή, όχι απλά δήλωση, αλλά βίωμα.

Τζ: Δεν είχα καταλάβει την Λάμψη ως ψυχική διαταραχή, αλλά στη μεταμοντέρνα εποχή μας όλα επιτρέπονται. Θα τελειώσω κάνοντας μια αναφορά στην ημεδαπή τηλεοπτική Λάμψη που ταιριάζει και στην ταινία που μας απασχολεί "Τόσα χρόνια στη "Λάμψη" ξεθώριασε η ζωή" (έγινε άσπρη και μαύρη).

Χ: Μπορεί η Λάμψη να ήταν και κομεντί, δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι ότι τόσα χρόνια στο κάθισμα του θεατή, τέτοια ταχυπαλμία δεν ξανάπαθα.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Havoc

Havoc

Θα το βρείτε: Netflix

O Γκάρεθ Έβανς των "The raid" κινηματογραφεί μαεστρικά το χάος, αλλά όταν παίρνει ανάσες,...
10 ώρες