Berlinale 2025: To ΜΟVE IT γράφει για το Διαγωνιστικό - Μέρος 3o

Δημοσίευση: 21 Φεβ. 2025, 20:02
Συντάκτης:

H ομάδα του MOVE IT βρίσκεται στο Βερολίνο και ζει την 75η Βerlinale από την πρώτη ως την τελευταία ημέρα διεξαγωγής της.

<a href="/festival-verolino/verlinale-2025-ta-portraita-ton-protagoniston/71203">Βerlinale 2025: Tα πορτραίτα των πρωταγωνιστών</a>ΣΧΕΤΙΚΑΒerlinale 2025: Tα πορτραίτα των πρωταγωνιστών

Ανάμεσα στις δεκάδες ταινίες που παρακολουθούμε συνολικά, είδαμε και σχεδόν όλα τα φιλμ του Επίσημου Διαγωνιστικού, μεταξύ συνεχόμενων προβολών, συνεντεύξεων τύπου και αποκλειστικών συνεντεύξεων. Δουλίτσα να γίνεται. 

Εκτός από ορισμένες που θα διαβάσετε για αυτές αυτονομημένα με ξεχωριστά posts, τις υπόλοιπες θα σας τις παρουσιάζουμε ομαδοποιημένα: 

Τhe Blue trail, του Γκαμπριέλ Μασκάρο

Σύνοψη: Σε ένα απροσδιόριστο χρονικά μέλλον, η σκληροπυρηνικά νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της Βραζιλίας συγκεντρώνει με το ζόρι όλους τους συνταξιούχους/ες της χώρας σε μια ενιαία δομή, την La Colonia, προκειμένου η φροντίδα τους να αποτελεί πλέον κρατική μέριμνα, κι έτσι τα παιδιά τους να μπορούν να συνεχίζουν απερίσπαστα την εργασία τους, χωρίς την παραμικρή έγνοια για τους ηλικιωμένους. Κάθε πολίτης άνω των 72, όχι απλώς απομακρύνεται από τον εργασιακό του χώρο θεωρούμενος πια μη παραγωγικός, αλλά πρακτικά τελεί σε καθεστώς κηδεμονίας: δεν θεωρείται ικανός να λάβει την οποιαδήποτε απόφαση, εκτός κι αν έχει προηγηθεί ρητή συγκατάθεση από τον γιο ή την κόρη του.

Άποψη: O Γκαμπριέλ Μασκάρο ακολουθεί την Τερέζα, μια 77χρονη γυναίκα που δεν νιώθει πως έχει έρθει η ώρα της να παροπλιστεί, οπότε θα προσπαθήσει – με κάθε νόμιμο και μη μέσο – να μην οδηγηθεί στην La Colonia.

Η ιστορία της αποτυπώνεται με όρους ενός ιδιότυπου road movie, με την πλατιά έννοια του όρου, καθώς οι δρόμοι είναι υδάτινοι (οι μαγευτικές κοίτες του Αμαζονίου), αλλά και μιας – ακόμα πιο ιδιαίτερης – ιστορίας ενηλικίωσης. Τι κι αν αφορά μια ηρωίδα στην τρίτη ηλικία; Το «coming of age» (όπως είναι η αγγλική μετάφραση του εν λόγω genre) δεν ταυτίζεται πάντα τόσο με τα 18 κεράκια, όσο με την κατάκτηση μιας ανεξαρτησίας, ελευθερίας, ωριμότητας – ή και των τριών μαζί.

Στο μεταίχμιο της αντι – μπολσοναρικής σάτιρας και της παραβολής για τα στερεότυπα που διαιωνίζει αβασάνιστα ο ageist λόγος, ο Βραζιλιάνος δημιουργός παραδίδει ένα άνισο αλλά γοητευτικό φιλμ, με ευπρόσδεκτα ποιητικές ανάπαυλες και ορισμένες πραγματικά πρωτότυπες εικόνες (αλήθεια, έχετε ξαναπαρακολουθήσει σε μεγάλη οθόνη slow motion αγώνες ανάμεσα σε ψάρια – μονομάχους;).

Ένα ξεχωριστό, feelgood γλυκύτητας ταινιάκι που μάς υπενθυμίζει πως η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς – όσο όψιμα κι αν ξεκίνησαν την επανάστασή τους. Νόρα Μαυρίδη (6,5/10)

Girls on Wire, τηε Βίβιαν Κου

Σύνοψη: Τα ξαδέρφια Tian Tian και Fang Di μεγάλωσαν σαν αδερφές μέχρι που οι οικογενειακοί αγώνες τους χώρισαν. Η Fang Di φεύγει για να εργαστεί ως κασκαντέρ στα μεγαλύτερα κινηματογραφικά στούντιο της Κίνας για να ξεκαθαρίσει τα χρέη της οικογένειάς της. Η Tian Tian μένει πίσω, αφήνεται να αντιμετωπίσει τον εθισμό του πατέρα της και πέφτει θύμα της τοπικής μαφίας. Αναγκασμένη να δραπετεύσει στη μεγάλη πόλη, αναζητά την ξαδέρφη της.

Άποψη: Μπορεί η Kινέζα σκηνοθέτρια Vivian Qu να έρχεται για πρώτη φορά διαγωνιζόμενη για την Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο ως δημιουργός, αλλά είναι παλιά γνώριμη της Μπερλινάλε μιας και ήταν παραγωγός του Black Coal, Thin Ice (2014) του Diao Yinan που κέρδισε εκείνη την χρονιά την πολυπόθητη Άρκτο.  Περιμέναμε λοιπόν με ενδιαφέρον την τρίτη της ταινία, στην οποία επανέρχεται με θεματικές που την απασχόλησαν και στις προηγούμενες δουλειές της, όπως είναι η θέληση για επανασύνδεση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που ο χρόνος τους έχει χωρίσει (Trap Street) και η επιθυμία κοριτσιών να ξεφύγουν από κακοποιητικούς δαίμονες (Angels Wear White).

Αυτό που στα χαρτιά φάνταζε ως μία ιστορία εκδίκησης, στην πράξη είναι περισσότερο ένα οικογενειακό δράμα επανασύνδεσης δύο ξαδερφιών που μεγάλωσαν μαζί σε ένα προβληματικό περιβάλλον γεμάτο εκμετάλλευση, φτώχεια και τοξικές σχέσεις. Η σκηνοθέτρια συνδέει όμορφα μία ιστορία φυγής από φορείς διαφθοράς που κυνηγάνε την ηρωίδα για χρωστούμενα της οικογένειας και μία ταινία μέσα στην ταινία με την μια ξαδέρφη να εργάζεται ως κασκαντέρ κινεζικών ταινιών, αναδεικνύοντας όλες οι δυσκολίες ενός απαιτητικού επαγγέλματος αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει μία γυναίκα μέσα σε αυτό.

Οι Liu Haocun και Wen Qi είναι δύο εξαιρετικές πρωταγωνίστριες που αποτυπώνουν όλη την πολυπλοκότητα των ηρωίδων τους σε μία πατριαρχική κοινωνία που τις πιέζει χωρίς να τις κατανοεί. Οι δύο τους θα διανύσουν μία απόσταση γεμάτη πόνο καθώς θα χρειαστεί να βγάλουν όλα τα έμπλαστρα που έβαλαν πρόχειρα για να καλύψουν τις χρόνιες πληγές τους. Το όνειρο για μία καριέρα στον κινηματογράφο της μίας θα έρθει αντιμέτωπο με το όνειρο ελευθερίας από τα δεσμά παρανομίας και εξάρτησης του πατέρα της άλλης.

Αν και μιλάει για αρκετά άλλοτε πιο σοβαρά άρα το πιο χιουμοριστικά, αφήνει άλλα τόσα εκτός του αφηγηματικού κάδρου, πετώντας στην πορεία όσα νοιώθει πως δεν χωράνε πλέον στην ιστορία όπως εξελίσσεται. Αλλού βρίσκει εύκολες λύσεις προδίδοντας την αληθοφάνεια της ταινίας της. Παύλος Γκουγιάννος (6/10)

Yunan, του Αμίρ Φακχέρ Ελντίν

Σύνοψη: Ο Μουνίρ ταξιδεύει σε ένα απομακρυσμένο νησί για να σκεφτεί μια δραστική ενέργεια. Τον στοιχειώνει μια κρυπτική παραβολή που του έδωσε η μητέρα του. Στη σιωπή του απομονωμένου καταφυγίου του στο νησί, συναντά την αινιγματική Βαλέσκα (Hanna Schygulla) και τον χοντροκομμένο αλλά πιστό γιο της, τον Karl. Αν και λέγονται λίγα λόγια, απλές πράξεις καλοσύνης αρχίζουν να ξεπερνούν την αμοιβαία δυσπιστία τους. Το βαρύ φορτίο του Munir σταδιακά απαλύνεται και η επιθυμία του για ζωή αναζωπυρώνεται.

Άποψη: Δεύτερη ταινία για τον γεννημένο στην Ουκρανία από Σύριους γονείς σκηνοθέτη, Ameer Fakher Eldin, που πλέον ζει και εργάζεται στην Γερμανία και έτσι στο Yunan συνδέει το αραβικό με το γερμανικό βίωμα. Ο γνωστός λιβανέζος ηθοποιός και συγγραφέας Georges Khabbaz υποδύεται έναν εκπατρισμένο σε ένα απόμερο και βροχερό γερμανόφωνο νησί για άγνωστους λόγους.

 Άγνωστα είναι και τα περισσότερα σε μια ελλειπτική αφήγηση που αφήνει περισσότερα κρυμμένα από όσα θα έπρεπε και θα θέλαμε. Σε ειδυλλιακές τοποθεσίες που ανοίγει το μάτι και με μια ευαίσθητη σκηνοθετική ματιά, δύσκολα καλύπτονται οι σεναριακές αστοχίες και οι πρόχειροι διάλογοι που εκθέτουν τους πρωταγωνιστές, ακόμα και την έμπειρη Schygulla, που διεκπεραιωτικά κάνει αυτό που πρέπει.

Η αύρα μυστηρίου που υπάρχει γύρω από την τριπλέτα της γηραιάς ιδιοκτήτριας τοπικής πανσιόν, του σκυθρωπού γιου και του απρόσκλητου επισκέπτη, που μετά από μιάμιση ώρα σχεδόν ταινίας ερωτάται πρώτη φορά γιατί ήρθε, δεν τονώνει το ενδιαφέρον του θεατή, αντίθετα τον απομακρύνει. Η ιδέα της απόκρυψης στοιχείων είναι καλή όταν ξέρεις έστω λίγα για τους ήρωες. Όταν σου είναι παντελώς άγνωστοι, μένεις να κοιτάς με αμηχανία και λίγη ενοχή τον καινούργιο γειτονιά στην απέναντι πολυκατοικία που δεν ξέρεις τι ζόρι τραβάει.

Αυτό που του λείπει είναι το σενάριο, μιας και η σκηνοθετική ματιά υπάρχει, δίνοντας χρόνο στους ήρωες να πάρουν τις ανάσες τους και στους θεατές να βιώσουν τον χρόνο της φύσης, τον δικό τους, να αναμετρηθούν με την εσωτερική φωνή αλλά και με τις αγελάδες που δίνουν μια χιουμοριστική νότα σε έναν σκοτεινό και αυτοκτονικό χαρακτήρα. Παύλος Γκουγιάννος (4/10)

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
37710
Feelgood
12178
Film Group
4293
Feelgood
1966