Σύνοψη: Ο Αργύρης, ένας ντροπαλός 19χρονος, γνωρίζει τη Μαίρη, μία κοπέλα τελείως έξω από τα κυβικά του. Της ζητά δειλά να βγουν και, προς μεγάλη του έκπληξη, εκείνη τον καλεί αμέσως για ένα τριήμερο στο εξοχικό των γονιών της. Οι γονείς της, σύντομα του εκμυστηρεύονται πως η κόρη τους αντιμετωπίζει σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και πως, προκειμένου να βεβαιωθούν πως ο Αργύρης είναι το κατάλληλο ταίρι για αυτήν, θα πρέπει να τον υποβάλλουν σε κάποια τεστ συμπεριφοράς.
Μία σειρά από τεστ ξεκινά, σύντομα όμως γίνονται όλο και πιο τρομακτικά και επικίνδυνα, ενώ σκηνές του παρελθόντος που έρχονται στο φως αρχίζουν να αποκαλύπτουν μία οικογενειακή δομή με εντελώς αντίθετες μεταξύ τους ισορροπίες...
Άποψη: Μετά από τέσσερις αγγλόφωνες ταινίες αμερικάνικης παραγωγής που κινούνται στα σύνορα του ψυχολογικού θρίλερ και του τρόμου, ο έλληνας σκηνοθέτης Ντένης Ηλιάδης επιστρέφει στην Ελλάδα με ένα ελληνικό θρίλερ που ως παραγωγή δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις προηγούμενες δουλειές του.
Άρτιο, καλογυρισμένο, υψηλής ποιότητας με ένα εκλεκτό καστ ηθοποιών και ένα ειδυλλιακά τρομακτικό τοπιογραφικό background. Η Blumhouse Productions προσεδαφίζεται στον Παρνασσό που έχουν γίνει τα γυρίσματα της ταινίας, μιας και ως αισθητική αλλά και ως μοτίβα του είδους του θρίλερ/τρόμου έχει πολλές συγγένειες με τις αντίστοιχες ταινίες της εταιρείας του Jason Blum, ο οποίος βρισκόταν και στην παραγωγή της ταινίας του, Delirium (2018), μαζί με τον Leonardo di Caprio. Ταινίες όπως το Ready or Not, Truth or Dare και άλλες συναφείς μοιάζουν να έχουν εκλεκτικές συγγένειες με το Buzzheart, μια ταινία που την είχε κατά νου από το 2005, μετά την πρώτη του ελληνική ταινία, Hardcore, αλλά προέκυψαν οι αμερικάνικες ταινίες στην συνέχεια και έμεινε στον πάγο.
Ως αποτέλεσμα έχασε την αφηγηματική δυναμική της, μιας και για τα ελληνικά δεδομένα είναι μια πρωτοπόρα και ξεχωριστή ταινία, αλλά με πολλές αναφορές και ομοιότητες με ομοειδείς ταινίες του αμερικάνικου σινεμά το οποίο γνωρίζει πολύ καλά ο σκηνοθέτης.
Η λογική της δυσλειτουργικής ελληνικής οικογένειας, που η αγάπη της καταλήγει πνιγηρή, καταπιεστική, αφοπλίζοντας τα παιδιά και οδηγώντάς τα σε αυτιστικές, επαναλαμβανόμενες και οριοθετημένες συμπεριφορές, στερώντάς τους την ελεύθερη βούληση είναι κάτι που μας δίδαξε το ελληνικό σινεμά του Λάνθιμου, του Αβρανά, της Τσαγγάρη και όλης της παρέας, εδώ βέβαια σε μια πολύ διαφορετική και πιο mainstream και διασκεδαστική εκδοχή του. Το μοτίβο του ντροπαλού αγοριού και της νεαρής, δυναμικής κοπέλας που όμως περνάει τα δικά της πάθη και το κλειστοφοβικό, οικιακό περιβάλλον τρόμου είναι γνώριμα του σκηνοθέτη και τα θαυμάσαμε δεόντως στην δική του, πολύ ενδιαφέρουσα εκδοχή του Τελευταίου σπιτιού αριστερά (2009), remake της ομώνυμης ταινίας του Wes Craven, που με την σειρά της είναι remake της Πηγής των Παρθένων του Bergman.
Η διαφορά έγκειται στο ότι απουσιάζει πλήρως ο τρόμος, μένοντας μόνο στο ψυχολογικό κομμάτι, που όμως δεν έχουν επενδυθεί σεναριακά ιδιαίτερα οι χαρακτήρες ώστε να μπορέσει να σταθεί. Ως εκ τούτου, ενώ η ιδέα του κρατά τον θεατή και περιμένει το τέλος, που είναι ανατρεπτικό με το τελευταίο μισάωρο να βρίσκει τον σκοπό ύπαρξης της ταινίας, το υπόλοιπο διάστημα περνάει κυκλώνοντας τα ίδια θέματα, τα ίδια μοτίβα.
Ανακυκλώνει την θεωρία του πειράματος, της συμπεριφορικής ψυχολογίας, της ελεύθερης βούλησης και τι τελικά είναι αγάπη (μια συμπεριφορά, ένα αίσθημα ή μια χημική ένωση) με τρόπο ελαφρώς μονότονο, μιλώντας ξανά για όσα έχουν προηγηθεί χωρίς να προστίθεται κάτι. Αποζημιώνει με το πιο έντονο και δραστήριο τέλος καθώς και με το πρωταγωνιστικό κουαρτέτο των Εβελίνα Παπούλια, Γιώργου Λιάντου, Κωνσταντίνας Μεσσήνη και Κλαούντιο Κάγια που έχει εξαιρετική χημεία και ο καθένας δίνει το απαραίτητο στον ρόλο του: η Παπούλια κάτι από Τόνι Κολέτ στα θρίλερ που έχει παίξει την μάνα, ο Λιάντος τον φαινομενικά φιλήσυχο αλλά εσωτερικά φλεγόμενο πατέρα που έχει υποδυθεί και ο Θέμης Πάνου, με τους δύο νεότερους Μεσσήνη και Κάγια να είναι ευχάριστες εκπλήξεις για το σύγχρονο ελληνικό σινεμά.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων