Σύνοψη: Στο σύγχρονο Λονδίνο, μια ομάδα ριζοσπαστικών ακτιβιστών καταλαμβάνει το ετήσιο γκαλά μιας ενεργειακής εταιρείας, συλλαμβάνοντας 300 ομήρους προκειμένου να αποκαλύψουν τη διαφθορά των οικοδεσποτών. Ο αγώνας του παίρνει άλλη τροπή όταν ένας από τους εξτρεμιστές ξεκινά τις δολοφονίες για να στείλει το αναρχικό του μήνυμα στον κόσμο. Οι τύχες των ομήρων βρίσκονται στα χέρια μιας πρώην στρατιωτικού που εργάζεται στον καθαρισμό των παραθύρων και η οποία αναλαμβάνει να σώσει τους παγιδευμένους μέσα στο κτίριο, συμπεριλαμβανομένου του μικρότερου αδελφού της, κρεμασμένη 50 ορόφους ψηλά στο εξωτερικό του κτηρίου.
Άποψη: Δεν προϊδεάζει και για τα καλύτερα η σύνοψη του νέου φιλμ του Martin Campbell (ο οποίος δυστυχώς είναι και σε κακή φόρμα εδώ και αρκετό καιρό), όμως, ακόμη και αν είναι βυθισμένο σε μια μετριότητα από την οποία δεν δραπετεύει ποτέ, δεν είναι και ό,τι χειρότερο έχει κυκλοφορήσει πρόσφατα ειδικά στο πολύ ταλαιπωρημένο «τερέν» του σινεμά δράσης.
Εννοείται πως αν περιμένει κανείς ελέω πλοκής κάποιου είδους σοβαρό σχόλιο γύρω από τα όρια ανάμεσα σε ακτιβισμό και τρομοκρατία ή τις αθέμιτες πρακτικές των μεγάλων εταιρειών προκειμένου να παρακάμψουν την εκάστοτε νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος, για παράδειγμα, καλύτερα να επιλέξει κάτι άλλο για να παρακολουθήσει.
Από την αρχή μέχρι το τέλος, το «Cleaner» ξεκαθαρίζει ότι πρωταρχικός του σκοπός είναι να διασκεδάσει, με μικρές «ενέσεις» χιούμορ που φλερτάρουν με τον αυτοσαρκασμό και συνειδητές δόσεις υπερβολής εν είδει παιχνιδιού με τον θεατή.
Ομολογουμένως, λόγω του ότι ακολουθείται μια υπερβολικά προβλέψιμη και ασφαλής φόρμουλα, αλλά και των πολλών δανείων που συνεχώς φέρνουν στον νου πολύ καλύτερες ταινίες του είδους, η ψυχαγωγία που προκύπτει μάλλον είναι δευτέρας διαλογής, όμως οι αρκετά σφιχτοί ρυθμοί αποτελούν μια εγγύηση ως προς το να κυλήσει η ώρα γρήγορα.
Οι φεμινιστικές νότες που παρατηρούνται σε λεπτομέρειες του σεναρίου έχουν περισσότερο διακοσμητικό ρόλο παρά ουσιαστικό, τουλάχιστον όμως προσδίδουν μια διαφορετικού τύπου «επίγευση» στα δρώμενα από τα δοκιμασμένα και συνηθισμένα.
Η Daisy Ridley έχει μεν την προϋπηρεσία της συμμετοχής στη saga του «Πολέμου των Άστρων» στην πλάτη της, όμως επί της ουσίας εδώ πρώτη φορά δοκιμάζει τις δυνάμεις της στην καθαρόαιμη δράση, και τα καταφέρνει αρκετά καλά εκπέμποντας την αυτοπεποίθηση και τον δυναμισμό που απαιτούν ρόλοι σαν αυτόν που καλείται να φέρει εις πέρας, μην ξεχνώντας παράλληλα να βάλει και λίγο συναίσθημα στην εξίσωση όταν αυτό είναι απαραίτητο για να υπάρξουν κάποια περιθώρια ταύτισης.
Μια μικρή αλλά σημαντική σημείωση για τους φαν του Clive Owen: εμφανίζεται για ελάχιστο χρονικό διάστημα μέσα στην πλοκή, η παρουσίαση του ως κύριο όνομα σε αφίσες και τρέιλερ έχει την πρόθεση να λειτουργήσει ως «κράχτης».
Σε μια αγορά όπου το «πατατέ» για διάφορους λόγους δίνει και παίρνει, η συγκεκριμένη πρόταση έχει κάποια καλά στοιχεία που την ανεβάζουν πιο πάνω από τα πιο φτηνιάρικα δείγματα του είδους, αλλά αν θέλει κανείς να είναι απολύτως ειλικρινής απέναντι σε αυτό που βλέπει, θα παραδεχτεί ότι πρόκειται για ένα θέαμα που ταιριάζει καλύτερα στη μικρή οθόνη παρά στη μεγάλη, όπου και οι απαιτήσεις είναι μικρότερες και οι συνθήκες σαφώς πιο χαλαρές.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων